|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χοηφόρος? — — ζύγωμα — θέμις — τσιγγέλι — τρώγλη — ανθρώπινος — δροσοσταλιά — ακρισάριστος — μαυρίζω — εκχέρσωση — χλωράλη — τηλεπικοινωνία — πυκνώνω — αντιστολώνω — πλαταγίζω — ασύνειδα — γλυκόθωρος — τάνκ — πλεονασματικός — ανθύλλιον — άπτωτος — κοινωνιολόγος |
|||