|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οπερετικός? — — πίτερο — μανίτσα — καταλογιστέος — εδυνήθηκα — φιλόχριστος — φατριαστής — χαραμοφάγισσα — σταθμεύω — μπαφιάζω — χνουδάτος — αρά — ρετάλι — αγελαδινός — μεσόσκελο — αβαράρω — ανήμερος — χταπόδι — κατατσακίζω — σουρωτός — ακομμάτιαστος — φαρμακόγλωσσος |
|||