Новогреческий словарь
αυνανίζομαι
αυνανίζομαι
заниматься онанизмом
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
заниматься онанизмом
? —
αυνανίζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυνανίζομαι
? — заниматься онанизмом
#
(ново)греческий словарь
—
εμβάλλω
—
αποκαμωμένος
—
αντίρροπος
—
βαν
—
ακρογιαλιά
—
τουρκοτέκο
—
πεδικλώνομαι
—
τουρσί
—
καταδολίευσις
—
ελάτινος
—
μπασίστας
—
αμάτιαγος
—
αλληλοσφαγία
—
ταπεινώνομαι
—
ανέφελος
—
βούληση
—
οργανοποιία
—
συγκινδυνεύω
—
σκληρία
—
μαρτυρία
—
αποχαρακτηρίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве