|
заниматься онанизмом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово заниматься онанизмом? — αυνανίζομαι как с (ново)греческого переводится слово αυνανίζομαι? — заниматься онанизмом — αποστοματισμός — καθορίζομαι — κατηφεδένιος — διαφεντεύω — διαπηδώ — ημισφαίριο — παρεφθαρμένος — κιτρινιάρης — καμπήσιος — γκαμήλα — ανθότυρο — τσιπούρα — πιεστός — γούλα — αποβολίδωση — μουντίζω — ασιώπητος — μονόσημος — συνθηκολογώ — σατράπης — αλάδωτος |
|||