|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μαλακοκεφτές? — — άπταιστα — μυρμηκιώ — μεταλλουργικός — ισονεφής — δικαιολογώ — καρνέ — σφίγξ — αληθεύω — οικοδόμος — ευκολόπιστος — θεμελίωση — εβενουργική — αναστροφέας — λουμινάλη — αυτοαιμοθεραπεία — ιστοχώρος — πύο — ελαφροπιάνω — διαγγελία — ξηρασία — τρικό |
|||