|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αμνοερίφια? — — χυτά — λαιμόπονος — αλέτρι — λεπτοκαμωμένος — ωκεανογραφία — προσκυνήτρα — επανάταξη — μαυροφρρύδα — αργοσαλεύω — πλασάρισμα — λιθοδομία — σκεμπέ — ψάρ — αλουποτόμαρο — μπαστούνα — στρεμμοτικός — συσκέπτομαι — περιφλέγω — κατασβεστικός — βαλβίδα — φωτορύπανση |
|||