|
быстроногий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово быстроногий? — δρομερός как с (ново)греческого переводится слово δρομερός? — быстроногий — προσεταιρίζομαι — μισθωτήριο — αγριοπόταμος — σοινίκι — επικονίαση — σκαιότητα — μυρμηγκιάζω — αυγουστιάτικο — ελευθερωτής — διπλόφαρδος — ανακατωτός — ελεφαντοκόκαλο — φανανάπτης — επουσιώδης — οκνώ — αγλύτωτος — πασαίρνω — σβάστική — αξέννοιαστος — επανασπορά — μάρτυρας |
|||