|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βιοηλεκτρισμός? — — αδωροδόκητος — τρενάκι — ευποίητος — ρίς — ξορκισμένος — δημοκράτισσα — εμπορορρόπτης — εκγύμναση — επιδεικτισμός — επιρχιώτικος — κατασβύνω — αναμόχλευση — χαρτόδεση — εθνοπρεπής — φραγκισκανός — τσουράπω — βιβλιοδετούμαι — εκκόκκιση — κουτρουβάλα — μεταμφιέζομαι — βάριο |
|||