βιοηλεκτρισμός

формы словаβ
βιοηλεκτρισμός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово βιοηλεκτρισμός? —


αδωροδόκητοςτρενάκιευποίητοςρίςξορκισμένοςδημοκράτισσαεμπορορρόπτηςεκγύμνασηεπιδεικτισμόςεπιρχιώτικοςκατασβύνωαναμόχλευσηχαρτόδεσηεθνοπρεπήςφραγκισκανόςτσουράπωβιβλιοδετούμαιεκκόκκισηκουτρουβάλαμεταμφιέζομαιβάριο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit