Новогреческий словарь
πλαστικοποιούμαι
πλαστικοποιούμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πλαστικοποιούμαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ασύγγνωστος
—
ταχυρόλο
—
καπότα
—
αξιάδα
—
φανερωμένος
—
ιδιωτικοποίηση
—
αναφορικός
—
αδροκαμωμένος
—
δυσαναπλήρωτος
—
αξανέμιστος
—
διερωτώ
—
καινοθήρας
—
φωνητικός
—
αλτζές
—
αψινθίτης
—
φυλακίζω
—
αποδειλιάζω
—
κωλυσιεργός
—
ξεσκουντώ
—
αμυγδαλομάτα
—
Δεκέμβριος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве