ακομπανιάτορ|ος

формы словаβ
ακομπανιάτορ|ος
ο аккомпаниатор; концертмейстер



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово аккомпаниатор? — ακομπανιάτορος
как на (ново)греческом будет слово концертмейстер? — ακομπανιάτορος
как с (ново)греческого переводится слово ακομπανιάτορος? — аккомпаниатор, концертмейстер


πλησίασμαξεκαρδιστικόςμελετημένοςπταισματοδικείοαπαξιωτικόςεξασθενωτικόςορεκτικόσκοτεινιάζωσπαλέτταμετεγγύησηξέδομακυπριακόςμπουραζέρηςσχοινοβατώπρωτεργάτισσασκαρφίζομαιφατριαστικάβάθηταμπάνιομουτζώνομαιαναρρίπτω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit