|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγκαλίτσα? — — δεκεμβριανός — κρουπιέ — ραντιστός — σερμπέτι — τριτεξαδέλφη — μεσοσπονδύλιος — αστερώνομαι — ανδρικός — αλιεύω — αγέννητος — θρυλικός — ξυλοκάρβουνο — συνάρτηση — σκανδαλιά — φιλοδασικός — φιλοσοφία — ξεβουλώνω — χρυσορράπτης — δεκατετράωρος — νυκτόβιος — ασκημούτσικα |
|||