Новогреческий словарь
μεταλαμπάδευση
μεταλαμπάδευση
(-εως) η
передача, распространение
(знаний, культуры и т. п.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
передача
? —
μεταλαμπάδευση
как на
(ново)греческом
будет слово
распространение
? —
μεταλαμπάδευση
как с
(ново)греческого
переводится слово
μεταλαμπάδευση
? — передача, распространение
#
(ново)греческий словарь
—
μαρμαροπελεκητός
—
τσιμπολόγος
—
έμπειρος
—
κατατοπισμός
—
ικανότητα
—
αναχωνεύω
—
φεγγαριάτικα
—
κωλοσέρνω
—
αλυτρωτισμός
—
μουσακάς
—
αλάσπωτος
—
θανατηφόρα
—
πορνογράφημα
—
αντεμετικός
—
λειώ
—
κάκαδο
—
αφιλομαθής
—
χρονιότητα
—
αποκοιμιούμαι
—
διακοινώνω
—
ψειριάρης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве