μαυρίδι

формы словаβ
μαυρίδι



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово μαυρίδι? —


ωσαννάκατατρίβομαισαββατικόςπρολειαίνωπροπρύτανιςεκατοστόφαροδείκτηςπυργίεπείσθηντεμαχιστόςαυτενεργώΦράγκαμαθέςμισοανοιγμένοςΧιονοπόλεμοςελήσιοςκοσκινάςεξάςνεότοκοςεγρηγορώαδρομάλλης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit