|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μαυρίδι? — — ωσαννά — κατατρίβομαι — σαββατικός — προλειαίνω — προπρύτανις — εκατοστό — φαροδείκτης — πυργί — επείσθην — τεμαχιστός — αυτενεργώ — Φράγκα — μαθές — μισοανοιγμένος — Χιονοπόλεμος — ελήσιος — κοσκινάς — εξάς — νεότοκος — εγρηγορώ — αδρομάλλης |
|||