Новогреческий словарь
προορίζω
προορίζω
прочить
;
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
прочить
? —
προορίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
προορίζω
? — прочить
#
(ново)греческий словарь
—
γκλάβας
—
τύραγνος
—
νηπιακός
—
μονήμερα
—
ματιασμένος
—
ακατανίκητος
—
μαλλισρισμός
—
πολυθεϊστικός
—
ζύμωμα
—
μεστωμένος
—
τράνταγμα
—
ξυλίτης
—
γέμωση
—
απολάω
—
νευρεξαγωγή
—
αλληλοεξόντωση
—
αφέθην
—
βαθμιδωτός
—
χρονομηχανή
—
δαφνοστεφάνωτος
—
παιάν
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве