|
(-ητος) η совершеннолетие #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово совершеннолетие? — ενηλικότης как с (ново)греческого переводится слово ενηλικότης? — совершеннолетие — αυτογαμία — αρζαντέ — ευ- — νιόσκαφτος — καρδιοδυναμική — παραχορεύω — ενδεικτικός — σκόρ — αλειμματού — φιλήσυχος — απόκοσμος — λαθρόβιος — εξήκοντα — εξελληνίζω — πολυπραγμονώ — αυτοκρισία — νυμφοστολίζω — αμαλγάμωση — ξεμαντάλωμα — τάγιστρον — αγροικησιά |
|||