ανεμόπτερο

формы словаβ
ανεμόπτερο
το планёр



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово планёр? — ανεμόπτερο
как с (ново)греческого переводится слово ανεμόπτερο? — планёр


διακονιάρισσακαρπέταγκελμπερίαδιαποίκιλτοςαντιφέγγισμαασύνειδοςκρεολήεισφέρωπρόθεμαμαθητολόγιοεγγίζομαιαναπάντεχαχειραμάξιονχρύσωπονσοκολατύςκλεισούραζυγώνωυδροστεγήςέλκωαυθαδειάζωλογύδριο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit