|
η с белыми бровями (женщина) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово с белыми бровями? — ασπροφρυδού как с (ново)греческого переводится слово ασπροφρυδού? — с белыми бровями — γυρολόγος — ναυλώτρια — Κορεάτισσα — στραβοκυττάζω — επιβοηθώ — εφάπαξ — χιμαιρικός — λοκόφως — ειμαρμένη — εμπαικτικός — κερδισμένος — ψηλαφώ — πυρέσσω — αντίλαμπρα — θανατερός — αναμφισβήτητος — καταλληλότητα — επιξηραντικός — αρτόδεντρο — διαρμόζω — αντραλεύομαι |
|||