|
ο законодатель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово законодатель? — θεσμοδότης как с (ново)греческого переводится слово θεσμοδότης? — законодатель — διαλοή — διαλφάβητος — ταπεινωμένος — ακροβολιστικά — γλαρίς — μαζικώς — λιο- — αζόρευτος — προικοδότηση — ξεροτήγανο — αναριπώ — εντροπαλότητα — σεβαστός — αιματώδικος — επιπλώνω — δεκάς — απλός — ανοργασμικός — τραυματιοφορεας — πρωτεξαδέλφη — πρωτουργός |
|||