|
шепелявить #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шепелявить? — ψευδίζω как с (ново)греческого переводится слово ψευδίζω? — шепелявить — επανατέλλω — σπλαχνιά — αμπέλινος — δημοκρατικότητα — άκλεφτος — ασυνάφεια — παππουδίστικος — ψευτονταής — πλάνη — σχηματικότητα — βιταμίνα — αναργος — καλπάκι — ισοζυγιάζω — πινάκι — γλείψιμο — μεγαλόστομος — ερχάμενος — παμμακάριστος — φιδοπουκάμισο — ασύγκλητος |
|||