|
кварцевый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кварцевый? — χαλαζιακός как с (ново)греческого переводится слово χαλαζιακός? — кварцевый — δυσδιόρθωτος — σταφυλόξυδο — πεθαμός — στραγγαλίζω — πεθαμένα — κοτοπουλάκι — νυκτοσκοπός — ξινίζω — αντιπείθω — μετροταινία — διελκυστίνδα — εργαλειομηχανή — κάμνω — αεργία — συνεκδοχή — σκάρτος — αναγομώνομαι — πολεοδόμηση — λησμονησιά — βαμβακόφυτος — πυργοδέσποινα |
|||