|
η благополучие, благосостояние, достаток #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово благополучие? — ευπραγία как на (ново)греческом будет слово благосостояние? — ευπραγία как на (ново)греческом будет слово достаток? — ευπραγία как с (ново)греческого переводится слово ευπραγία? — благополучие, благосостояние, достаток — σαβούρωμα — αντιπυροβολισμός — συμπεθεριάσματα — λουξ — κριθαρόσουπα — ανθρωποσωστικά — αυτοκτονία — αποικιοκράτης — υπεραστικό — σερβιτσάλι — εργατα — ευαπόκτητος — ατσίκνιστος — ευμνημόνευτος — Βενετός — επινίκια — ασπρογάλανος — επιφανειούχος — πίτυρο — συνεπιφέρω — εγγράφω |
|||