|
ο побратим #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово побратим? — σταυραδέρφός как с (ново)греческого переводится слово σταυραδέρφός? — побратим — άπληστος — αβγοθήκη — απεικονίζω — εξαποδώς — κλαδευτής — κολλόδιο — προδότης — υδρορρόα — κομπορραχιά — κολάζομαι — σπηλαιολόγος — παροχετευτικός — αιθερολογία — αποβλακωτικός — μπόϊ — χαμός — πόδι — γαιάνθρακος — εργατικότητα — βέλασμα — λαδάς |
|||