Новогреческий словарь
υπέρπλουτος
υπέρπλουτ|ος
очень богатый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
очень богатый
? —
υπέρπλουτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
υπέρπλουτος
? — очень богатый
#
(ново)греческий словарь
—
κομμίωση
—
άφτερος
—
αφθώδης
—
ηλεκτροεγκεφαλογράφημα
—
λέρωμα
—
καμαρωτός
—
κλεψύδρα
—
λαχανίδα
—
καλαφάτης
—
ζώνω
—
αναπόκτητος
—
τσάκισμα
—
σφυγμογράφημα
—
απαγορευμένος
—
νεροκράτης
—
άμυνα
—
συμπεριφορισμός
—
αργαστηριάρης
—
μεταλλοβιομηχανία
—
κηροποιείο
—
μισοπεθαμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,