|
ο лунь (птица) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лунь? — κίρκος как с (ново)греческого переводится слово κίρκος? — лунь — απόλιγα — εμπειριοκρατία — κομμουνιστικός — όμως — Κατοχή — απόπεμψη — πεύκος — φραχτικά — κοκκινολαίμης — κεφαλοδεμένος — επισκεπτήριο — περιοδολόγηση — ψωμοζώ — αφυσητός — Αιγύπτιος — πρωθιεράρχης — ξεκλείδωμα — ευωδιασμένος — παρμένος — λιγωμάρα — σχοινοσύντροφος |
|||