|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σκοίνο? — — αποθαλάσσωση — διγένεια — αυτοκατάκριτος — υαλογραφικός — φραγκοπαναγιά — φραντζέζικος — κλειδαρότρυπα — ημικυρίαρχος — ευστοχία — κολάσιμος — αμπώθω — χαριτολογώ — βαμμένος — περίοικος — ανακατανομή — ακτήμων — κωλοσούρνω — κορόϊδεμα — αγκιστρο — παρασχηματισμός — εφοδίαση |
|||