|
το острога, гарпун #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово острога? — καμάκι как на (ново)греческом будет слово гарпун? — καμάκι как с (ново)греческого переводится слово καμάκι? — острога, гарпун — γλιτωμός — ξόανο — έργο — αμυλώνω — αργαση — πυροβολαρχία — γαστροσκόπία — ελευθέρωση — σαρκοφαγικός — επτάμηνος — ανάρρηση — εγχελυς — ρέπορτερ — ασυνταξία — ξώ — τελωνοφύλακας — κατασπαράττω — αχυροπιεστικός — αναδιόρθωση — ορατός — παγίδευση |
|||