|
ο самоконтроль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово самоконтроль? — αυτοέλεγχος как с (ново)греческого переводится слово αυτοέλεγχος? — самоконтроль — μορφογένεση — αμοίραγος — μεταβατικός — αρχικηπουρός — καρφιτσοθήκη — ασυμμάζευτος — ορμαθίζω — λαμπερός — υπεροψία — φιλόμοοσος — αποστέλνω — φίλτρο — ύστερον — ριζοβολώ — ηθογράφος — προαγωγή — υποσκαπτικός — επιφύομαι — ούτω — τρόικα — δρεπάνισμα |
|||