|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παγκοίνως? — — ψιλοκομμένος — ζέον — αλέπτυντος — στολίδωσις — κόπρος — περασιά — φωτοχημικός — διαλογισμός — τριτότοκος — φθαρτός — μπακάμι — χειραγωγός — γκαίνιση — αποκολλώ — απρεπής — υπόμνηση — αιματοποσία — βιδέλο — εξολοθρευτής — γωνιαίος — ακυρωτικός |
|||