|
ο пуританство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пуританство? — πουριτανισμός как с (ново)греческого переводится слово πουριτανισμός? — пуританство — ανέννοιαστος — αηδόνα — γραμματοπήρα — τιμολόγηση — καρυοειδής — αεροθερμαγωγός — Τυρινή — αερίζομαι — κτίζω — ιπποτικά — γλυκολαλιά — συμμαθητής — συσκευιάστρια — μελιτόφιλος — πλακοστρωμένος — θρήνος — γεννητάρι — στειλιάρι — Κόπτης — στενοπορία — κοντοσούβλι |
|||