|
ο сарай для соломы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сарай для соломы? — αχεριώνας как с (ново)греческого переводится слово αχεριώνας? — сарай для соломы — Γιαπωνέζος — αξεδίψαστα — περιωπή — Ρωμαίος — διατέμνω — εθνοφύλακας — ζεσταίνω — χηλόποδα — αρθρογραφικά — νταμπλάς — αθλιότοπος — αμφαρίστερος — τέμνουσα — χολώνω — ξεχασιά — καταπείθομαι — αψιλος — ευώδης — τρελοκομείο — λουτρολόγος — αμνημοσύνη |
|||