Новогреческий словарь
δοκιμιογράφος
δοκιμιογράφος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
δοκιμιογράφος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
παιζογελάω
—
μυριάμετρο
—
κατακλυσμιαίος
—
λαλητό
—
μπάγκος
—
επώνυμος
—
ορφικός
—
ωοδόχη
—
φύτευμα
—
γάλλος
—
ξεζώνομαι
—
ανακρεμώ
—
τουρκομερίτικος
—
λογισμός
—
φλυαρώ
—
αιωρίζω
—
μαγκάλι
—
θριάμβευση
—
τραπουλόχαρτο
—
ακρισάριστος
—
αξιοσπούδαστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве