|
η полнота, законченность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полнота? — πληρότητα как на (ново)греческом будет слово законченность? — πληρότητα как с (ново)греческого переводится слово πληρότητα? — полнота, законченность — πηκτός — ερυθρωπός — συναρίθμηση — σιγοντάρω — δρεπανηφόρος — περιωρισμένος — ξεναγώ — αναλαμβάνομαι — εξωδερμικός — γαλλήσιος — επιδεικνύω — κλοψούρα — προλεταριακός — συνάδει — ψυχαλήθρα — ανδρίκος — ξεσκισμένη — γονιμοποίηση — μυρεψός — κλεφτός — αξεσπάθωτος |
|||