Новогреческий словарь
αεροπορίνα
αεροπορίνα
η
лётчица
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лётчица
? —
αεροπορίνα
как с
(ново)греческого
переводится слово
αεροπορίνα
? — лётчица
#
(ново)греческий словарь
—
υπεξαγωγή
—
εμορφαίνω
—
κορόμπλο
—
βλαχαδερό
—
νομαρχιακός
—
αντιτάσσομαι
—
αρμολόγος
—
βαλμένος
—
αφερέγγυο
—
συμπιλητής
—
ζωογεωγραφία
—
αμυσταγώγητος
—
οραγκουτάγκος
—
σιδηροτεχνία
—
κορύφωμα
—
ζέβομαι
—
χάρτωμα
—
βασιλόπαιδο
—
ποικιλόθερμα
—
ακοινώνητος
—
ανεπιφύλακτα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве