|
излечимый, исцелимый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово излечимый? — θεραπεύσιμος как на (ново)греческом будет слово исцелимый? — θεραπεύσιμος как с (ново)греческого переводится слово θεραπεύσιμος? — излечимый, исцелимый — κενολογία — ραδιοσύνθεση — θερμαίνω — θερσίτης — φιόγκος — λαογραφία — λευκόρροια — θερμοπυρηνικός — ανεύφραντος — αποκλώθω — αναπόκτητος — ψύχομαι — λιβαδερό — εκτοξεύω — σέρα — αρχαγγελικός — ξεροκοκκίνισμα — μυασθένεια — προγυμναστήριο — συνεσταλμένος — κοιλαράς |
|||