Новогреческий словарь
βεβαιώ
βεβαιώ
Заверять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
βεβαιώ
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εργοδότης
—
—
κεραμοποιία
—
αποσταίνω
—
ετησίαι
—
αεροδυναμικός
—
εκμηχάνιση
—
βένετος
—
κακομοιριά
—
αλόγιστος
—
υποβολιμαίος
—
ανωκάτω
—
επικαλώ
—
ριγηλός
—
εξιλεώνω
—
ψυχοπατέρας
—
προαπόδειξη
—
λοκόφως
—
αρσενικό
—
εμπληρώνω
—
κακόπιστα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве