|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κοροϊδιλίκι? — — ερασιτέχνης — κολλιάντζα — καλαθοσφαιριστής — ευφυολόγος — αλοιδόρητος — επωαστήρας — συννεφιασμένος — φασίστρια — γαλακταγωγός — κόθρο — αναθεώρηση — πάπια — πουρές — μεσοβασιλεία — μιασματικός — διαρπάζω — Αιγυπτιώτης — γύφτικο — ποτάσσα — άγγελμα — ανάδοση |
|||