|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανεξαρτοποιημένος? — — αλληλοφαγώνομαι — τιμωρός — καταλληλότητα — μπιτόνι — εμμηνοστασία — εικών — βελούχι — καπνεργάτρια — αποτσιπωσιά — δηκτικότητα — γαλατερός — ακρεοφάγος — ηγερία — ιεροτελεστικός — τσιμπιδάκι — γηρατειά — ψιλορωτώ — απλήγωτος — αργά — ψαριά — ρευματισμός |
|||