|
η скалка (для теста) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово скалка? — ματσόβεργα как с (ново)греческого переводится слово ματσόβεργα? — скалка — ασταχυολόγητος — συνεδριασθέντα — αναστολέας — συμπεθερικός — συγκλίνουσα — εντάμα — εννεαπλασιασμός — πταρμός — νεαρότητα — χειλεόφωνα — πάστρευμα — βοτανικός — βαθαίνω — χοιράδα — χρηματαγορά — νεραϊδόξυλο — στόμα — εδώθενες — παλιογαμημένος — συναποθνήσκω — εγγοστριμυθία |
|||