|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναγουλιαστικά? — — ευφορικά — ιατρικός — ηρανθές — θνησιμαίον — εντροπή — ραιβοσκελής — σταλίζω — αντικατοπτρίζω — έβγα — σιχασιάρης — μπασμένος — ζωοτόμος — αδειούχος — αυτασφάλεια — αναπάλλομαι — αξεσκόλιστος — μπογάζι — καθεμέρα — μαλλιοτραβάω — απανώβαλτος — αιδοιολείκτης |
|||