|
η эмалевая краска #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эмалевая краска? — ριπολίνη как с (ново)греческого переводится слово ριπολίνη? — эмалевая краска — φωτόμετρο — ξεφουρνίζω — αφοβέριστος — μετουσιαστικά — φαρέτρα — αντιφατικός — ανεγγύητα — εισορμώ — αποχιονισμός — ανθοκαλλιέργεια — θηριομορφία — μετέχω — βατί — ηχοεπεξεργασία — κατευόδωση — ακρόστυλον — κυκλαμιά — σβεστός — φτωχολογιά — νοησιαρχία — αποκαρδισμός |
|||