|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ενδομήτριο? — — ερμιά — χοντροπελεκώ — πέπλος — αρχαιότερος — στηθοσκόπιο — δεσπόζων — μάνιασμα — ανηφοράκι — ξαπλωσιά — καλόμοιρος — εκπολιτιστικός — σπασμοφιλία — φυσιογνωμονία — ελεητικός — ομοιοπάθεια — υπερχρεώνω — ιχθυοπώλης — κληρονόμος — ανασωσμός — εγωισταράς — αγγελιοδοσία |
|||