ενδομήτριο

формы словаβ
ενδομήτριο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ενδομήτριο? —


ερμιάχοντροπελεκώπέπλοςαρχαιότεροςστηθοσκόπιοδεσπόζωνμάνιασμαανηφοράκιξαπλωσιάκαλόμοιροςεκπολιτιστικόςσπασμοφιλίαφυσιογνωμονίαελεητικόςομοιοπάθειαυπερχρεώνωιχθυοπώληςκληρονόμοςανασωσμόςεγωισταράςαγγελιοδοσία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit