|
легко поддающийся обработке #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово легко поддающийся обработке? — ευκολοδούλευτος как с (ново)греческого переводится слово ευκολοδούλευτος? — легко поддающийся обработке — ναρκομανία — παράγοντας — μακροκέφαλος — διαλαλίζω — ατσικνίδα — εναντίωνομαι — αποθαμβώνω — αγριόξυλο — μαρμαρόστρωτος — μαστουρεμένος — ανατέμνω — διερώτησις — αμφίκοιλος — αηδονολάλημα — απαράλλαχτος — τριαδικός — χήν — αναδικία — συγκριτικά — διάκενος — γυμνασιαρχεύω |
|||