Новогреческий словарь
κανιβαλίζω
κανιβαλίζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κανιβαλίζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αποσπερνός
—
αναρχικός
—
δολερός
—
αγιαστήρι
—
υπήνεμος
—
πεταλούδι
—
γαϊδουράς
—
άνθιση
—
σαμαράκι
—
μπατιρίζω
—
αδιάσκευος
—
Κρητικοπούλα
—
αλική
—
ρόκανο
—
έμβλημα
—
μελίσσι
—
ινσουλίνη
—
ξαναδυναμώνω
—
γαλακτοκομία
—
γρίλα
—
φορτοθυρίς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве