Новогреческий словарь
ανοικοδομημένος
ανοικοδομημένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανοικοδομημένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
θεοφάνεια
—
φιλοθεάμων
—
ξεναγουμενος
—
θριαμβικός
—
ανυπόχρεως
—
πυελοστομία
—
πριονιστικός
—
φρενιάζω
—
μονοκομματικός
—
αμαξοπηγός
—
τρίσβαθος
—
ντουρής
—
ελίκωση
—
ελικοειδής
—
προμηθεύτρια
—
κατασβεστικός
—
τιθέμενος
—
υλικότητα
—
συνόδευση
—
συνήγορος
—
μυασθένεια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω