|
благоухать, приятно пахнуть #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово благоухать? — ευωδιάζω как на (ново)греческом будет слово приятно пахнуть? — ευωδιάζω как с (ново)греческого переводится слово ευωδιάζω? — благоухать, приятно пахнуть — κοτασκάπτω — αντιστοιχώ — πεταλωτήριο — εφημεριδοποιός — αλυσωμένος — ησυχασμένος — τερματικό — εδωπέρα — αρακόσουπα — τιμωράω — μηκώνιο — ασυναρίθμητος — ακτίνα — καλοήθης — ακοκκίνιγος — αψυώνω — αντεμπρησμός — αφθονία — δεκατριπλάσιος — στημονίζω — Αφρικανός |
|||