Новогреческий словарь
βασιλομήτωρ
βασιλομήτωρ
(-ορός) η
королева-мать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
королева-мать
? —
βασιλομήτωρ
как с
(ново)греческого
переводится слово
βασιλομήτωρ
? — королева-мать
#
(ново)греческий словарь
—
αξεπέραστος
—
συναγορεύω
—
πλατειασμός
—
περιηγητισμός
—
αεριστήριος
—
απλογραφία
—
φθονούμαι
—
πειθαρχείο
—
καπελλού
—
αβάφτιστος
—
διλάβι
—
νοσηλεύω
—
υδροδείκτης
—
μπακανιάρης
—
αλαζόνευμα
—
διαιτησία
—
αλκοολίκι
—
αμνήμων
—
καταχρεωμένος
—
μπαμπακόλαδο
—
παραμυθάκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве