|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σαπισμένος? — — αραδιαστά — μυριόπλουτος — μέσοφρυς — ακεράτωτος — πικάρομαι — γλίστρα — παρερμηνεύω — αριώνω — εφιδρώνω — μπάσκετ-μπώλ — ουρικός — αξυπνησιά — βάγια — σινάφι — υίοθέτηση — έκπληξη — ψιττακός — ασκότνστος — υπόδερμα — άδελφατο — υποδαύλιση |
|||