Новогреческий словарь
επιτρεπτός
επιτρεπτός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιτρεπτός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γνωστοποιώ
—
σόλα
—
λαχανόπιττα
—
κασιδού
—
τριήραρχος
—
βροβεύσιμος
—
έγκλιση
—
κατάπαυση
—
ανεύθυνα
—
χιλιάρα
—
χρησιδεσποτεία
—
παγούρι
—
ακλήτευτος
—
μονοτρήματα
—
τραχεία
—
εκδηλώνομαι
—
θωράκιση
—
αλλοτριολογώ
—
παρανυστάζω
—
καλλιστεύω
—
ανθρακόκονη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве