|
Существительное #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ουσιαστικά? — — αστερωτός — ξώφαλσα — επαναφορέας — ραδιοτηλέγραφος — αποκόπτω — πρόσχαρος — επιπεδόκυρτος — αμαξόθυρα — ορνίθειος — μπεσαλής — αζήτητα — κοκόπαθος — γαυγίζω — δυσπραγία — λογοκοπώ — φορτοεκφορτωτής — υπομιμνήσκω — καταψυγμένος — αλάτρευτος — ταφόπετρα — γαγγλιακός |
|||