πορνόγερος

формы словаβ
πορνόγερος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово πορνόγερος? —


πυτιογόνοςδιάπλευσημαλακολόιαγιασμένοςναυπηγικήαραβοσίτινοςδιστοιχίααχυβάδαχρωστούμενοςσυρίγγωσηξελειτουργώγλυκομύριστοςψοφώδηςζηλιάρηςστυπτηρίαποντικοπαγίδαγυροβολωεπείγωαρχοντόπουλοςαγανοϋφαίνωδιάλαμψη




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit