|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συγυρισμένος? — — αυλός — αναμετάδοση — ηωάνθρωπος — λοκούστα — δεκατρείς — εξελκώ — διαίρεσις — υπεραγαπώ — σταλαγμός — φραντζέζικος — ρολό — αδελφοποιητός — αγαθοφέρνω — αποτραβιέμαι — πλόϊμος — μελάνη — νίκη — αποδυναμωτικά — πανηγυριώτισσα — Αράπισσα — βαριετέ |
|||